Searching...
10 March 2012

Underground...

    Ξημέρωσε μια καινούρια μέρα. Ηλιόλουστη, φωτεινή... χάρμα οφθαλμών και τέρψη ώτων. Στην φαντασία μου δηλαδή, διότι ουσιαστικά, κοιτώντας έξω απ' το παράθυρο, μια x-μουνταμάρα την διακρίνω! Αλλά... «δεν φταις εσύ, η φαντασία μου τα φταίει»... Οπότε, συγχωρεμένος! (διάλεξα εκτέλεση άσματος με δύο τραγουδιστές, για να μοιραστούν τα γιαούρτια!).
    Εν μέσω κρίσης, διαξιφισμών, μύδρων, γιαουρτιών, καλλιτεχνών και μνημονίων, ψάχνω κι εγώ, μαζί με τόσους άλλους, να βρω έναν μπούσουλα να πορευτώ στον «μάταιο τούτο κόσμο»... Το οποίον αποδεικνύεται καθημερινά όλο και πιο δύσκολο μιας και «ήτανε στραβό τ' αμπέλι, το 'φαγε κι ο γάιδαρος» και ησυχάσαμε!
   Και κοίτα τώρα πώς ξεκινάει το μυαλό από ένα γιαούρτι και καταλήγει στην πάλαι ποτέ ισχυρή και νυν διαμελισμένη Γιουγκοσλαβία κάνοντας λογικά άλματα και αμφίδρομους παραλληλισμούς. Πάλι «δεν φταις εσύ, η φαντασία μου τα φταίει»... Οσονούπω το παρακάτω κείμενο φαντάζομαι να σου λύσει τις απορίες.

Ισραήλ, άνοιξη 2000.

   Όπου μαθαίνω ότι πρόκειται να τραγουδήσει ο Νταλάρας σε συναυλία στη Βηθλεέμ. Και με πιάνει μια έξαψη, μια νοσταλγία... άλλο πράγμα το... ξενιτεμένο! Ούτε ο Οδυσσέας στον ένατο χρόνο της κραιπάλης τέτοιο χάλι...! Και να ακούω το «όμορφη και παράξενη πατρίδα» και το «κάτω απ' την κληματαριά» και το δάκρυ κορόμηλο! Αλλά δεν έφταιγα εγώ... τα γεγονότα! Και η μαμά μου, που όλο μιξόκλαιγε πως έριξα μαύρη πέτρα πίσω μου. Άσε που η Βηθλεέμ ανήκει στα Κατεχόμενα εδάφη της Παλαιστίνης κι εμένα δώσε μου κατεχόμενα και πάρε μου την ψυχή...!
   Το λοιπόν αρχίζω το έτερον ήμισυ στο ψηστήρι... και δεν ήθελε και πολύ! Περάσαμε από την Άκο για... ανεφοδιασμό φίλων και φτάσαμε στον συναυλιακό χώρο, μια ώρα πριν την έναρξη της συναυλίας (καθότι ενίοτε και Άγγλοι στα ραντεβού μας). Όμορφη πόλη. Προσεγμένη. Με την παραδοσιακή αρχιτεκτονική της Μέσης Ανατολής αισθητή σε κάθε γωνιά.
   Θυμάμαι ήταν ένα δροσερό απόγευμα που το αεράκι φυσούσε απαλά και οι μελισσούλες ζουζούνιζαν και «ήμασταν μια όμορφη ατμόσφαιρα... ήμασταν». Κι εγώ, με ένα μόνιμο χαμόγελο στα μούτρα λες και είχα πιάσει το εξάρι στο ΛΟΤΤΟ, αντάλλασσα χαιρετούρες με γνωστούς κι αγνώστους και περίμενα διακαώς το μεγάλο γεγονός. Ο χώρος της συναυλίας ήταν γεμάτος ανθρώπους, άντρες και γυναίκες, ανάμεσά τους πολλοί Παλαιστίνιοι που είχαν σπουδάσει στην Ελλάδα. Γνωρίσαμε κάποιους από αυτούς, συναντήσαμε παλιούς φίλους, θυμηθήκαμε τις παλιές μας αλητείες, καταπολεμώντας επιτυχώς την πλήξη που συνοδεύει πάντα την αναμονή συναυλιών και θεατρικών παραστάσεων, που ποτέ δεν αρχίζουν στην ώρα τους.
   Και βγήκε ο καλλιτέχνης και άρχισε να τραγουδά -και παραγνωρίζοντας το γεγονός πως το ανάστημά του ήταν κατώτερο των περιστάσεων και πως προφανέστατα πουλούσε το ανάλογο βεντετιλίκι- ένιωσα σαν να γύριζα πίσω, τότε που έπαιρνα σβάρνα τις συναυλίες στο Λυκαβητό και στο Ηρώδειο και στο Θέατρο Πέτρας και στα κατά τόπους στάδια. Αλλά δεν είναι το θέμα μου η συναυλία καθαυτή... Ούτε ο Νταλάρας.
   Διότι οι αναμνήσεις είναι περίεργο πράγμα κι ακούγοντας το «κι αν σε θέλω κι αν με θέλεις, τίποτα δε βγαίνει... στο μεσαίο το κατάρτι είμαστε δεμένοι», αναπόφευκτα πλάθεις εικόνες συνειρμικές! Και καθώς το μυαλό ταξιδεύει πίσω, ξανακούει το Kalashnikov. Κι όπως πέφτει η νύχτα, φτάνει στον Goran Bregovic και την μουσική επένδυση του Underground του Emir Kusturitsa, που πρώτη φορά το είδα σε ένα φοιτητικό στέκι στη Μυτιλήνη και ομολογώ πως με ενθουσίασε, καθότι τύπος ενθουσιώδης.

Ελλάδα, άνοιξη 2012.

   Underground. Γιουγκοσλαβία. Η ιστορία μιας ομάδας ανθρώπων που έμειναν δεκαετίες κλεισμένοι σε ένα υπόγειο καταφύγιο, όμηροι ενός «σωτήρα», ενός «ήρωα» που τους ξεγελούσε, κατασκευάζοντας όπλα για έναν πόλεμο που υποτίθεται πως δεν είχε τελειώσει. Και βέβαια μπορεί να μην «με λένε Πόπη» αλλά να... είναι που μερικές φορές...

«Για σένα ντύνομαι και βγαίνω διαβάζω γράφω κι αρρωσταίνω
και μένω μόνη μου στο σπίτι μ' ένα γλυκούλη πυρετούλη
κάπου τριανταεφτά και ένα, μόνο να σκέφτομαι εσένα!
Για σένα γίνομαι Ελλάδα κι αφρίζω σαν πορτοκαλάδα
Για σένα κάνω τόσο δρόμο και κάθε νύχτα μεγαλώνω
Αθήνα, Πάτρα, Λευκωσία και ξαφνικά Κυπαρισσία
Θεσσαλονίκη, Γιάννενα με δυο παπούτσια πάνινα...»

   Και σκέφτομαι, που λες... όλο σκέφτομαι. Πόσο underground έφτασε να γίνει η ζωή μας. Κι αναρωτιέμαι ποιος «σωτήρας» ξεγέλασε εμάς, ποιανού ιθύνοντος νου η πικρή, φιλοπαίγμων διάθεση μας οδήγησε σε έναν ατελέσφορο πόλεμο, σε ένα αέναο κυνηγητό μιας παρακμιακής ευδαιμονίας. Ποια λογική μας οδήγησε να μαζεύουμε τόσα χρόνια προσεκτικά και απαρέγκλιτα τις ατομικές και συλλογικές μας αυταπάτες, κατασκευάζοντας με τα χέρια μας τα όπλα που τώρα, αργά αλλά σταθερά, μας εξοντώνουν. Και τι ήταν αυτό που μας εμπόδισε να διακρίνουμε το underground κοινωνικοπολιτικό μας μόρφωμα που ονομάσαμε... σύγχρονη Ελλάδα.
   Έχω τις απαντήσεις, μη νομίζεις. Κάποια ψήγματα ακουμπώ εδώ κι εκεί, μα κουράζομαι. Και μερικές φορές διαλέγω την σιωπή. Στο κάτω-κάτω, προσωπικές μου εκτιμήσεις είναι και τίποτα παραπάνω. Κι έτσι, συχνά πυκνά, όταν τα περιθώρια μοιάζουν να στενεύουν πολύ...

να πετάξει του Θεού να μοιάσει
τέλος και αρχή γκρίζα μου ψυχή
η αγάπη φλόγα στάχτη
η αγάπη φλόγα στάχτη
η αγάπη αχ και άχτι»

Για σκέψου όμως τι καλά που θα ήταν...

κι άλλη μια φορά σαν παλιόπαιδο
κι άλλη μια φορά βρε μάγισσα... 
Να γυρνούσα εκεί.

Να 'χα κι ένα μπλε ποδήλατο
να 'πιανα το φως κι άντε φύλα το.
Να 'πιανα το φως και να 'βγαινα
στην Αμερική...»


Share This To :

0 σχόλια:

Post a Comment

 
Back to top!